Αδιγέας, Δημοκρατία — (Adygeja).Δημοκρατία (7.600 τ. χλμ., 448.900 κάτ. το 2000) της Ρωσικής Ομοσπονδίας στο βορειοδυτικό τμήμα του Καυκάσου, στην αριστερή όχθη των ποταμών Κουμπάν και Λάμπα. Πρωτεύουσα είναι η Μαϊκόπ (167.000 κάτ. το 2002). Το κλίμα είναι εύκρατο,… … Dictionary of Greek
πετρέλαιο — Μείγμα πολυάριθμων υδρογονανθράκων, όλων σχεδόν των χημικών σειρών, που περιέχει και μικρές ποσότητες οξυγονούχων, αζωτούχων και θειούχων προϊόντων. Πετρέλαια θεωρούνται και τα ορυκτέλαια που εξάγονται από μεταλλευτικά κοιτάσματα, εκείνα που… … Dictionary of Greek
Αντίγκεα, Δημοκρατία της- — (Adygeja). Πρώην αυτόνομη περιοχή και νυν δημοκρατία (7.600 τ. χλμ., 441.800 κάτ. το 2002) της Ρωσίας, στο δυτικό τμήμα του Καυκάσου, η οποία αποτελεί πλέον τμήμα της Νότιας Ομόσπονδης Περιοχής της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ιδρύθηκε ως αυτόνομη… … Dictionary of Greek
Κρασνοντάρ — (Krasnodar). Πόλη (644.900 κάτ. το 2003) της Ρωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (76.000 τ. χλμ., 4.987.600 κάτ. το 2002). Χτισμένη στη δεξιά όχθη του ποταμού Κουμπάν, 250 χλμ. ΝΔ του Poστόφ, είναι σημαντικό ποτάμιο λιμάνι και σιδηροδρομικός … Dictionary of Greek
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek